Η ενδομητρίωση του πεπτικού συστήματος αποτελεί το 5% με 12% των περιστατικών της εν τω βάθει ενδομητρίωσης (1). Το 90% αφορά το ορθό και το σιγμοειδές (παχύ έντερο) (2). Στην πλειοψηφία τους, οι βλάβες αυτές είναι έντονα συμπτωματικές και σχετίζονται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα: δυσχεσία(επώδυνη αφόδευση), αιματοχεσία( αίμα στα κόπρανα), “φούσκωμα”(bloating), εναλλαγή διάρροιας με δυσκοιλιοτητα. Τα συμπτώματα αυτά είναι, συνήθως, πιο έντονα
Tο ουροποιητικό σύστημα προσβάλλεται στο 14-20% των ασθενών με εν τω βάθει ενδομητρίωση (1). Συχνά, συνυπάρχουν με άλλες βλάβες ενδομητρίωσης. Tα πιο κοινά συμπτώματα είναι: συχνουρία, δυσουρία (πόνος κατά την ούρηση), έντονη ανάγκη για ούρηση, αιματουρία (αίμα στα ούρα), κι αδυναμία αδειάσματος της ουροδόχου κύστης. Κάποιες ασθενείς μπορεί να είναι ασυμπτωματικές. Η διάγνωση μπορεί να γίνει με
Όπως είδαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο, μια από τις χειρουργικές μεθόδους αντιμετώπισης της ενδομητρίωσης του παχέος εντέρου είναι η λαπαροσκοπική, τμηματική εκτομή του προσβεβλημένου τμήματος ( segmental bowel resection). Μέσω ποιας οδού, όμως, αφαιρείται το κομμάτι εντέρου ; Τυπικά, απαιτείται μια μικρή, οριζόντια τομή στην κατώτερη κοιλιά για την αφαίρεση. Αν κι η τομή αυτή είναι μικρότερη της τομής για μια καισαρική,
Ενδομητρίωση (endometriosis) είναι η καλοήθης νόσος στην οποία ιστός, παρόμοιος με αυτόν του ενδομητρίου που επενδύει το εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας (endometrial-like tissue), βρίσκεται εκτός της μήτρας (1). Πιθανές εστίες είναι οι οωθήκες, οι σάλπιγγες, το περιτόναιο (διάφανος υμένας που καλύπτει τα όργανα της πυέλου), το έντερο, το ουροποιητικό σύστημα (ουροδόχος κύστη κι ουρητήρες) καθώς και λιγότερο συχνές εστίες ( νεύρα, διάφραγμα, κοιλιακό τοίχωμα, πνεύμονας κ.ά.). Η ορμονοευαίσθητη αυτή νόσος (ευαίσθητη στα οιστρογόνα), εμφανίζεται στην αναπαραγωγική ηλικία και προσβάλει...
Η ενδομητρίωση είναι μια νόσος που συχνά (και πάντα στην εν τω βάθει μορφή της) προκαλεί παραμόρφωση της φυσιολογικής ανατομίας, μέσα από την δημιουργία συμφύσεων (1). Aυτό σημαίνει πως, τόσο η ίδια η νόσος, όσο και κάθε απόπειρα λαπαροσκοπικής αφαίρεσης των εστιών ενδομητρίωσης, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο όργανα όπως το έντερο, την ουροδόχο κύστη, τους ουρητήρες (τους κυλινδρικούς σωλήνες που ενώνουν τους νεφρούς με την ουροδόχο κύστη) κ.ά...
Αναγνωρίζονται 3 τύποι ενδομητρίωσης. Αξίζει να σημειωθεί πως αυτή η κατάταξη είναι ανατομική ( σχετίζεται, δηλαδή με το πού βρίσκονται οι εστίες της ενδομητρίωσης) και δεν υπάρχει πάντα ξεκάθαρη συσχέτιση ανάμεσα στον τύπο της ενδομητρίωσης και το είδος ή τη βαρύτητα των συμπτωμάτων:
To επίκεντρο στην αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης, τα τελευταία χρόνια, έχει μετατεθεί στη δημιουργία ομάδων από επαγγελματίες υγείας με εμπειρία στην αντιμετώπιση της νόσου, πάντα με κέντρο τον ασθενή (1). Αν και κάθε κέντρο ενδομητρίωσης μπορεί να έχει διαφορετική δομή ομάδας, προτείνουμε μια ομάδα που αποτελείται από γυναικολόγο χειρουργό, χειρουργό πεπτικού (γενικό χειρουργό), χειρουργό ουρολόγο...
Αναφορές: