Τα ουρολογικά συμπτώματα μετά από χειρουργείο διηθητικής ενδομητρίωσης είναι, πιθανότατα, από τα λιγότερο συχνά αναφερόμενα στη βιβλιογραφία. Συγκεκριμένες εντοπίσεις της νόσου (πχ. Παραμήτριο, ιερομητρικοί σύνδεσμοι, ιερό πλέγμα), όταν αφαιρούνται χειρουργικά, μπορεί να συνδέονται με υψηλότερο κίνδυνο ουρολογικών συμπτωμάτων μετά το χειρουργείο. Αυτό, ενδεχομένως, οφείλεται σε ατυχή τραυματισμό στις νευρικές ίνες
Η ενδομητρίωση είναι μια κοινή, καλοήθης γυναικολογική νόσος η οποία σχετίζεται, συνήθως, με υπογονιμότητα και πυελικό πόνο. Είναι πιθανό πως η χρόνια φλεγμονή, χαρακτηριστικό εύρημα σε βλάβες ενδομητρίωσης, παίζει ρόλο τόσο στην υπογονιμότητα αλλά και στο χρόνιο πόνο. Είναι, λοιπόν, εύλογο να αναρωτηθεί κανείς αν υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στη βαρύτητα των συμπτωμάτων πόνου λόγω ενδομητρίωσης και την πιθανότητα
Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, ασθενείς που χειρουργήθηκαν για υποτροπιάζον ενδομητρίωμα είχαν περισσότερες βλάβες διηθητικής ενδομητρίωσης και πιο εκτεταμένη νόσο, σε σχέση με εκείνες χωρίς προηγούμενο χειρουργείο για ενδομητρίωμα.
Η πιο ενδελεχής μελέτη σχετικά με αυτό το ερώτημα δημοσιεύθηκε πρόσφατα και βρήκε πως έως και 28% των ασθενών μπορεί να χρειαστούν επαναληπτικό χειρουργείο, στα 10 χρόνια μετά από το πρώτο χειρουργείο για ενδομητρίωση. Είναι, επίσης, ενδιαφέρον ότι η πραγματοποίηση υστερεκτομής κατά το πρώτο χειρουργείο ενδομητρίωσης, καθώς και η εγκυμοσύνη μετά το χειρουργείο, αναδείχθηκαν ανεξάρτητοι, προστατευτικοί παράγοντες εναντίον του επαναληπτικού χειρουργείου. Ο μέσος χρόνος ανάμεσα στο πρώτο και το επαναληπτικό χειρουργείο υπολογίστηκε σε 46 μήνες (1).
Η διηθητική ενδομητρίωση θεωρείται η πιο σοβαρή μορφή ενδομητρίωσης. Σχετίζεται, συνήθως, με χρόνιο πυελικό πόνο κι υπογονιμότητα. Όσον αφορά το δεύτερο, η σοβαρή αλλοίωση της φυσιολογικής ανατομίας της πυέλου λόγω συμφύσεων και η χρόνια φλεγμονή παίζουν κεντρικό ρόλο. Πέραν της εξωσωματικής γονιμοποίησης, η χειρουργική αφαίρεση της διηθητικής ενδομητρίωσης είναι ένα χρήσιμο εργαλείο, καθώς μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες αυτόματης σύλληψης, σε κατάλληλα επιλεγμένα περιστατικά
Το ενδομητρίωμα (σοκολατοειδής κύστη ωοθήκης) αφορά το 17-44% των γυναικών που πάσχουν από ενδομητρίωση (1). Η παρουσία του, συχνά, σχετίζεται με υπογονιμότητα και χρόνιο πυελικό πόνο κι η χειρουργική αντιμετώπιση μπορεί να είναι ενδεδειγμένη. Ποιές είναι, όμως, οι διαθέσιμες μέθοδοι χειρουργικής αντιμετώπισης και με τι αποτελέσματα σχετίζονται? Σ αυτό το κείμενο, θα
Το ενδομητρίωμα είναι καλοήθης κύστη της ωοθήκης που αναπτύσσεται ως αποτέλεσμα της ενδομητρίωσης. Αποκαλείται, επίσης, ''σοκολατοειδής κύστη'' λόγω του χαρακτηριστικού χρώματος του υγρού που περιέχει. 17 με 44 % των γυναικών με ενδομητρίωση έχουν ενδομητρίωμα (1), εκ των οποίων, στο 19% με 28& των περιπτώσεων, το ενδομητρίωμα είναι αμφοτερόπλευρο (2). Η ακριβής αιτία
Γνωρίζουμε πως η ενδομητρίωση σχετίζεται με την υπογονιμότητα και , σε ασθενείς με εν τω βάθει διηθητική ενδομητρίωση (ΕΒΔΕ), το ποσοστό αυτόματης (χωρίς τη χρήση υποβοηθούμενης αναπαραγωγής) σύλληψης ανέρχεται μόλις σε 2 με 10% (1). Αν και συχνά αυτές οι ασθενείς καταφεύγουν σε τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, μπορεί η χειρουργική αντιμετώπιση να αυξήσει τις πιθανότητες σύλληψης?
Η ενδομητρίωση του πεπτικού συστήματος αποτελεί το 5% με 12% των περιστατικών της εν τω βάθει ενδομητρίωσης (1). Το 90% αφορά το ορθό και το σιγμοειδές (παχύ έντερο) (2). Στην πλειοψηφία τους, οι βλάβες αυτές είναι έντονα συμπτωματικές και σχετίζονται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα: δυσχεσία(επώδυνη αφόδευση), αιματοχεσία( αίμα στα κόπρανα), “φούσκωμα”(bloating), εναλλαγή διάρροιας με δυσκοιλιοτητα. Τα συμπτώματα αυτά είναι, συνήθως, πιο έντονα
Tο ουροποιητικό σύστημα προσβάλλεται στο 14-20% των ασθενών με εν τω βάθει ενδομητρίωση (1). Συχνά, συνυπάρχουν με άλλες βλάβες ενδομητρίωσης. Tα πιο κοινά συμπτώματα είναι: συχνουρία, δυσουρία (πόνος κατά την ούρηση), έντονη ανάγκη για ούρηση, αιματουρία (αίμα στα ούρα), κι αδυναμία αδειάσματος της ουροδόχου κύστης. Κάποιες ασθενείς μπορεί να είναι ασυμπτωματικές. Η διάγνωση μπορεί να γίνει με